Ο ποιητής, πριν 20 χρόνια, στην
παραλία του Να (Ικαρία), πλησίον του Ιερού Ναού ή Τέμπλου της Ταυροπόλου
Αρτέμιδος, Αύγουστος 1996, φωτογραφία Καρίνα
εδύω αιδοίο
συντάσσοντας τις ράχες των εντύπων ο χάρτης προσγειώθηκε
στ’ αεροδρόμιο του κρανίου οι μοίρες των θεϊκών ανέμων νυχτερίδων περιπολούσαν
στο θόλο στάζοντας αίμα πιστές στο κάλεσμα άκουγαν κι έβλεπαν τα γράμματα
άλματα του ριψασπιδοφόρου η Ταυροπόλος όρκιζε κόρες ή νύμφες αμαζόνες ή
κυνηγέτιδες στην έσχατη άγρα η Κύπριδα λάκισε μες στην ορμή ενός φασματικού
ερωτιδέα η ταγιαρισμένη οπισθοφυλακή βάφτιζε σ’ ελαιόλαδο τους εμπροσθοφύλακες
διεκπεραιωτές της το φρύδι ανάμεσα στις αρμυρήθρες κυμάτιζε απ’ τη Φανερωμένη
ως τον Αιγιαλό καθώς το έρεβος υποχωρούσε η γυναίκα που λαχταρήθηκε παράφορα
προσδιόριζε την πόλη το παίγνιον ήταν ή μύριζε άνισο άνηθο η οργή άγγιζε
ακατάπαυστα το γελοίο το ό,τι σφηνωμένο στο νου όπως το νύχι εισχωρεί και
ενοχλεί το κρέας τραυλίζοντας τα οράματα σφυρίζανε τη λατρεία του χορού των
γραφιάδων αυτόματα γεννήθηκε το ρήμα κάτι ωσάν φιλί κύμα ή φύγε τέλος πάντων
συνομιλίες με τ’ απ’ εκεί πώς να λυγίσουν τα μάτια που έδιναν σίδερο μολύβι και
χαλκό τους κύκλους των κατόπτρων πώς να διαγραφεί η πορεία που σχημάτιζε η
τρέλα του βλέμματος πρέπει ν’ αδειάζει ν’ αντέχει την επέλαση να ζει το καρφί
να ζει τον θάνατο χτυπώντας ευθεία κέντρο τη σαπίλα εισδύοντας στο δέλτα η
αέναη ερωτοτροπική διαστροφή του μοντέλου έτσι οφείλει να ρουφάει την πνοή έτσι
οφείλει να στεγνώνει το σώμα έτσι οφείλει να πνίγει την αγάπη να τι μαγεύτηκε
κι αρνιέται τον Αλάστορα
Από την ποιητική συλλογή του
Κώστα Ρεούση, «Ο Κρατήρας του Γέλιου μου», σειρά Λοξή Γραφή 4, εκδόσεις Φαρφουλάς, Αθήνα, Οκτώβριος 2009, σσ. 21-22.
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου