George Herbert
[1593-1633]
Μεγάλη Παρασκευή
aπό
τη συλλογή του «The Church»
Υπέρτατο αγαθό μου,
πώς να μετρήσω το
αίμα σου;
πώς το δράμα σου να
υπολογίσω,
και την κάθε λύπη
σου να ιστορήσω;
Ν’ απαριθμήσω τους πόνους
σου
με μέτρο τους
εχθρούς σου;
ή, αφού έν’ αστέρι
έδειξε τη γέννησή σου
θα δείξει και το
θάνατό σου;
Ή, μήπως κάθε φύλλο
που
πέφτει το φθινόπωρο
μια λύπη θα χαράξει;
ή, μη και δεν
μπορούν τα φύλλα, αλλά οι καρποί, σημάδι να ’ναι
για τ’ αληθινό αμπέλι;
Άσε, λοιπόν, την
κάθε ώρα
της ζωής μου όλης μια
θλίψη να καταπίνει
και μέσα απ’ όλες η
θλίψη σου να κυλάει
κι ήλιος δικός μου
να γενεί.
Ή, κάλλιο
οι πολλές μου
αμαρτίες τις θλίψεις τους να έχουν
κι έτσι, ως κάθε ζώο
τη θεραπεία του ξέρει,
το ίδιο να μπορεί
κι η αμαρτία να ξέρει.
Μια και το αίμα το
πιο κατάλληλο, Κύριε, είναι για να γράψει
τις θλίψεις της ψυχής
σου και τον αιμάτινό σου αγώνα
γράψε μες στην
καρδιά μου, σ’ ένα κουτάκι
έχω απόθεμα από
μελάνι κι αμαρτία.
Έτσι, όταν η
αμαρτία τόσους πολλούς εχθρούς κατασκοπεύει:
τα μαστίγια, τα
καρφιά σου, τους πόνους σου και τις πληγές σου,
που όλα εκεί
κατάλυμα θα βρούνε, μπορεί τότε να πει η αμαρτία:
«για μένα πια χώρος
δεν υπάρχει» και να τραβήξει πέρα.
Όταν η αμαρτία
φύγει, ω, γέμισε το χώρο
και κάνε τον με τη
χάρη σου δικό σου,
μη και η αμαρτία
ξεθαρρέψει και ξαναγυρίσει
και τότε, οι γραφές
κηλιδωθούνε ή καούνε.
«Αγγλική Μεταφυσική Ποίηση»
(1600-1950), εισαγωγή-μετάφραση-σχόλια Μερόπη Οικονόμου, εκδόσεις Α. Καραβία,
Αθήνα, 1975 ή 1976, σσ. 23-24.
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου