Ο βασικός πυρήνας & τα
ηγετικά στελέχη της Rote Armee Fraktion
Φράξια Κόκκινος Στρατός
Περιθωριακά-Κωνσταντίνος Α. Ει.
Παπαθανασίου
Ομάδα αντάρτικου πόλης, που δημιουργήθηκε το 1970 στη
Γερμανία και παρέμεινε ενεργή μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του ’80
«Η σημασία της ‘Φράξιας Κόκκινος Στρατός’ έχει ξεπεραστεί». Τον
Δεκέμβριο του 1996, σε μια επιστολή που απευθυνόταν στην καθημερινή
βερολινέζικη εφημερίδα «Junge
Welt», οι επικεφαλής της «Φράξιας Κόκκινος
Στρατός» («Rote Armee Fraktion, RAF») αναγνώριζαν οι
ίδιοι, με αυτή τη διατύπωση, το οριστικό τέλος μιας εποχής. Στην
πραγματικότητα, επρόκειτο περισσότερο για την επιβεβαίωση μιας αλήθειας: από το
1977, η «RAF» δεν είχε κατορθώσει
να ανασάνει μετά τη σύλληψη ή τον θάνατο των ιστορικών ηγετών της. Η πτώση του
Τείχους του Βερολίνου το 1989, και μαζί με αυτήν η κατάρρευση των δημιουργών
του, την παρέδωσε στις χαμένες ψευδαισθήσεις της.
Η «Φράξια Κόκκινος Στρατός» (ή
για τα Μ.Μ.Ε. η συμμορία του Μπάαντερ) γεννήθηκε τον Ιούνιο του 1970 με την
ήττα της φοιτητικής εξέγερσης του ’60 στο Δυτικό Βερολίνο. Οι ιδρυτές της, ο
Αντρέας Μπάαντερ και η Γκούντρουν Ένσλιν, που θα συναντήσουν αργότερα την
Ουλρίκε Μάινχοφ, είναι παιδιά του γερμανικού οικονομικού θαύματος. Γιατί
ρίχνονται στην ένοπλη πάλη; Στην αρχή από ψυχολογική αντίδραση: η ιδέα ότι η
γενιά των γονιών τους μπόρεσε, σχεδόν στο σύνολό της, να επιδοκιμάσει, αν όχι
να αποδεχτεί το ναζισμό τούς είναι εντελώς ανυπόφορη και ελπίζουν με τη
στρατηγική τους του χάους να ξορκίσουν αυτό το Κακό που, κατά τη γνώμη τους,
κυλάει στις φλέβες του γερμανικού λαού. Η Σχολή της Φρανκφούρτης και ο Χέρμπερτ
Μαρκούζε θα προσφέρουν σε αυτό το σύμπλεγμά τους μια ιδεολογική βάση. Όμως
μπορούμε να περιορίσουμε αυτή τη στράτευσή τους σε μια ακραία αντίληψη του
αρχικού λάθους: ήταν ένας τρόπος για τους μαχητές της «RAF» να «απελευθερωθούν» έτσι, ο αγωνιστής είναι το
απελευθερωμένο έδαφος. Η «RAF»
φέρνει μια νέα αντίληψη γι’ αυτό που ονομάζει «το επαναστατημένο άτομο»: ούτε η
τάξη ούτε από μόνος του ο λαός, ο επαναστάτης είναι αυτός που διαλέγει να πάρει
τα όπλα που κρατά το κράτος, ο κορυφαίος εχθρός.
Οι δύο πιο θεαματικές πράξεις
της «RAF» είναι, στις 24 Μαΐου 1972, η έκρηξη μιας
βόμβας στην αμερικανική συνοικία Χάιντελμπεργκ, που είχε στόχο έναν υπολογιστή
ο οποίος προγραμμάτιζε τους αμερικανικούς βομβαρδισμούς στο Βιετνάμ, και ύστερα
η απαγωγή του προέδρου των Γερμανών Εργοδοτών, του Χανς Μάρτιν Σλάγιερ, παλιού
μέλους των SS, στις 5 Σεπτεμβρίου
1977. Εν τω μεταξύ, τα «μολυβένια χρόνια» θα ρίξουν τη σκιά τους σε ένα μεγάλο
κομμάτι της νεολαίας και της γερμανικής διανόησης, γεγονός που θα οδηγήσει τον
Χάινριχ Μπελ να διαμαρτυρηθεί για τις δυσφημιστικές εκστρατείες των οποίων ήταν
το αντικείμενο, ενώ ψηφίστηκαν και έκτακτα μέτρα από το Κοινοβούλιο. Εκείνα τα
χρόνια σημαδεύτηκαν από θανάτους (η αυτοκτονία της Ουλρίκε Μάινχοφ στις 9 Μαΐου
1976, η δολοφονία του εισαγγελέα Ζίρφριντ Μπούμπακ στις 8 Απριλίου 1977), ενώ
ταυτόχρονα εμφανίστηκαν νέες ομάδες ένοπλης πάλης πέρα από το Ρήνο: το κίνημα
της 2ας Ιουνίου, που απήγαγε τον Πέτερ Λόρεντς, βουλευτή του
Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος του Βερολίνου, στις 27 Φεβρουαρίου 1975, καθώς
και οι Επαναστατικοί Πυρήνες. Τα χρόνια εκείνα είχαν επίσης σημαδευτεί από τη
συμβολική επίσκεψη, στις 4 Δεκεμβρίου 1974, του Ζαν-Πολ Σάρτρ στον Μπάαντερ που
έκανε απεργία πείνας. Βγαίνοντας από τη φυλακή του Σταμχάιμ, ο Γάλλος
φιλόσοφος, πιστός στο απόφθεγμά του «έχουμε πάντα δίκαιο να επαναστατούμε»,
αντέκρουσε τις κατηγορίες των Μ.Μ.Ε. για τον ψυχοπαθή χαρακτήρα του Μπάαντερ.
Ο κομάντο που είχε απαγάγει
τον Σλάγιερ απαιτούσε, σαν αντάλλαγμα για την απελευθέρωσή του, να
απελευθερωθεί ο Μπάαντερ και άλλοι δέκα κρατούμενοι. Η σύγκρουση κορυφώνεται
όταν ένας Παλαιστίνιος κομάντο έκανε αεροπειρατεία σε ένα αεροπλάνο της
Λουφτχάνσα για την υποστήριξη των αιτημάτων της «RAF». Τη νύχτα της 17ης προς 18ης
Οκτωβρίου 1977, ο Μπάαντερ και δυο σύντροφοί του βρέθηκαν νεκροί στα κελιά
τους. Αυτοκτόνησαν, θα πει το γερμανικό κράτος· δολοφονήθηκαν σύμφωνα με άλλες
πηγές. Την επομένη, το πτώμα του Σλάγιερ βρέθηκε στο πορτμπαγκάζ ενός
αυτοκινήτου στη Μουλχάουζ. Η «Libération» κυκλοφόρησε με τίτλο: «Η RAF, ο αγώνας των τεράτων». Έκλεισε μια εποχή.
Στη συνέχεια η «RAF», θα ακολουθήσει έναν
αισθητά διαφορετικό δρόμο που θα την οδηγήσει στη συνεργασία με την αστυνομία
της Ανατολικής Γερμανίας και ύστερα στην εξαφάνισή της μέχρι τη δήλωση του
1996.
Δημοσιεύτηκε στην ομώνυμη στήλη, στο πολιτιστικό ένθετο,
«Ηδύφωνο», της ελληνοκυπριακής εφημερίδας, «Η Σημερινή», την Κυριακή 16
Αυγούστου 2015, σ. 5.
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου