Charlie Haden
[1937-2014]
Charlie Haden
«Η jazz της απελευθέρωσης»
Περιθωριακά-Κωνσταντίνος
Α. Ει. Παπαθανασίου
Ένας από τους μεγάλους
Αμερικανούς μουσικούς της jazz,
πρωτοπόρος μαζί με τον Ornette Coleman του ρεύματος της Free-jazz
Γεννημένος στις 6 Αυγούστου του 1937 στην Αϊόβα
των μέσο-δυτικών αγροτικών πολιτειών των Η.Π.Α., ξεκίνησε τραγουδώντας μουσική country με την μπάντα της
οικογένειάς του. Όταν μια ασθένεια πολιομυελίτιδας στα 14 χρόνια του τού στέρησε
τη δυνατότητα να τραγουδά, στράφηκε στην τζαζ κι έμαθε να παίζει κοντραμπάσο. Σημαντικό
γεγονός, πέραν της ασθένειας, γι’ αυτήν του τη μεταστροφή ήταν μία συναυλία που
παρακολούθησε εκείνη την περίοδο των Charlie Parker και Stan Kenton. Απεβίωσε
στις 11 Ιουλίου του 2014, στο Λος Άντζελες.
Ο Charlie Haden αποτελεί μεγάλη φυσιογνωμία της jazz. Ηχογράφησε πάμπολλους δίσκους,
τόσο με δικές του μπάντες όσο και με κορυφαία ονόματα της jazz μουσικής, στα σχεδόν 50 χρόνια
της μουσικής του διαδρομής. Η συνεργασία του με τον Ornette Coleman είναι παροιμιώδης έως μυθική. Ηχογράφησαν
μαζί περίπου 15 δίσκους, αλλάζοντας ή καλύτερα εξελίσσοντας κι ανακαλύπτοντας
νέα μουσικά μονοπάτια αναφορικά με το jazz μουσικό ιδίωμα. Επίσης, η συνεργασία του
με τον Keith Jarrett έχει αφήσει εξαιρετικές δουλειές. Ούτε
λίγο ούτε πολύ ηχογράφησαν μαζί 20 δίσκους.
Θα
μπορούσαμε να αφιερώσουμε σελίδες για τον μεγάλο αυτόν κοντραμπασίστα· μόνο τη
δισκογραφία του να καταγράφαμε σε μορφή καταλόγου-σχολίων δεν θα μας έφταναν οι
16 σελίδες του «Ηδύφωνου». Έτσι, αναγκαστικά, αρκούμαστε να αναφερθούμε στην
εποχή του δίσκου-σταθμού στην ιστορία της jazz, «The shape of Jazz to come», και στην «άλλη» Αμερική, όπου ο Haden έστρεψε το βλέμμα
του, μια και υπήρξε βαθιά πολιτικοποιημένος, φυσικά, ως άνθρωπος και το
σημαντικότερο ως μουσικός.
«The shape of Jazz to come»
Τα τέλη της δεκαετίας του ’50 ήταν καμπή για τη
μουσική τζαζ. Οι «μεγάλες μπάντες» του μεσοπολέμου αποτελούσαν παρελθόν. Το
ίδιο όμως και τα διάδοχα πρωτοποριακά ρεύματα hardbop και bebop της δεκαετίας του ’40. Το 1959 ο Haden ηχογραφεί με τον Ornette Coleman το δίσκο «The shape of Jazz to come». Ήταν η αρχή ενός νέου
ρεύματος, της Free-jazz, που έφερε πολλά πρωτοποριακά
στοιχεία σε σχέση με τις μουσικές συμβάσεις που κυριαρχούσαν. Ήταν μουσική
ελεύθερη από τους απόλυτους περιορισμούς των συγχορδιών, του τέμπο και των
αρμονικών κανόνων, εισήγαγε τον αυτοσχεδιασμό και τη χρήση μουσικών οργάνων
άγνωστων ως τότε, συνήθως από αφρικανικές ή ασιατικές χώρες. Ήταν πρωτοποριακή
αλλά συνάμα κοίταζε προς τα πίσω, στις πρωτόγονες και θρησκευτικές ρίζες του
μπλουζ και του γκόσπελ. Παραχωρούσε την ελευθερία στην έκφραση, όμως είχε δομή
και δικούς της κανόνες. Ο αυτοσχεδιασμός ήταν συλλογικός και όχι με κέντρο το
«μεγάλο» όνομα της μπάντας. Γι’ αυτό συγκρούστηκε με την εμπορικότητα και
διεκδίκησε να αναγνωριστεί σαν τέχνη και όχι σαν διασκέδαση.
Η «άλλη»
Αμερική
Η εμφάνιση της Free-jazz
δεν ήταν τυχαία. Όπως και το ροκ και η σόουλ, «άκουγε» και έκφραζε τους αγώνες
και τις αντιστάσεις που έρχονταν από την «άλλη» Αμερική, την Αμερική των γκέτο
και της πάλης για δικαιώματα για τους μαύρους, του κινήματος ενάντια στον πόλεμο
του Βιετνάμ. Ο Charlie Haden έβαλε τον εαυτό και τη δουλειά του στο κέντρο
αυτών των εξελίξεων και δούλεψε όχι μόνο με τον Ornette Coleman αλλά με τα μεγαλύτερα ονόματα της μουσικής και πολιτικής
ριζοσπαστικοποίησης: Dizzy Gillespie, John & Alice Coltrane, Archie Shepp και άλλους.
Το 1969,
στο απόγειο του κινήματος, ο Haden συνεργάζεται με την Carla Bley και πολλούς μουσικούς από διαφορετικές
εθνικότητες και στυλ στην «Liberation Music Orchestra», ένα άλμπουμ εμπνευσμένο από τον Ισπανικό Εμφύλιο
και τις καταιγιστικές πολιτικές εξελίξεις της περιόδου. Περιλάμβανε τρία λαϊκά
ισπανικά τραγούδια, συν το «Τραγούδι του ενιαίου μετώπου» των Μπρεχτ-Άισλερ,
ένα τραγούδι για τον Τσε Γκεβάρα κι ένα εμπνευσμένο από το επεισοδιακό συνέδριο
του Δημοκρατικού Κόμματος στο Σικάγο (Circus ’69), έκλεινε δε με το κλασικό αντιρατσιστικό «We shall overcome» του Πιτ Σίγκερ. Με το εγχείρημα αυτό ο Charlie Haden ήθελε να δώσει φωνή
στους καταπιεσμένους όλου του κόσμου, να χρησιμοποιήσει τη μουσική σαν μεγάφωνο
για να εκφράσει την αλληλεγγύη στα ριζοσπαστικά πολιτικά κινήματα. Το 1971 σε
μια περιοδεία στην Πορτογαλία (τότε κάτω από τη δικτατορία του Σαλαζάρ), ο Haden αφιέρωσε το τραγούδι για τον Τσε στους
αντιαποικιακούς αγωνιστές της Μοζαμβίκης, της Αγκόλας και της Γουινέα-Μπισάου,
με αποτέλεσμα να συλληφθεί στο αεροδρόμιο κατά την έξοδό του από τη χώρα από τη
μυστική αστυνομία της χούντας. Αφέθηκε ελεύθερος με επέμβαση της Αμερικανικής Πρεσβείας,
για να αντιμετωπίσει λίγο αργότερα στις Η.Π.Α. τις ενοχλητικές ερωτήσεις του FBI.
Και μετά
την υποχώρηση του κινήματος του ’68 -’69, ο Haden έμεινε συνεπής στις απόψεις του, παρά την αναγνώριση που
είχε η μουσική του και ο ίδιος από το κατεστημένο. Ανασυγκρότησε την Liberation Music Orchestra τρεις ακόμη φορές, με τελευταία φορά το 2005, όταν ηχογράφησαν το άλμπουμ
«Not in our name», κραυγή διαμαρτυρίας κατά του
πολέμου στο Ιράκ, που μοιράζεται το όνομά της με το μότο του αντιπολεμικού
κινήματος. Σε όλη του ζωή αγωνίστηκε έμπρακτα για την άλλη Αμερική που
ονειρευόταν, αν και ο ίδιος δεν υπήρξε ακριβώς θύμα της βαρβαρότητάς της,
υπήρξε όμως βήμα και φωνή για όλο τον κόσμο που ήθελε να παλέψει, λευκούς και
μαύρους.
Δημοσιεύτηκε στην ομώνυμη
στήλη, στο πολιτιστικό ένθετο, «Ηδύφωνο», της ελληνοκυπριακής εφημερίδας, «Η
Σημερινή», την Κυριακή 11 Σεπτεμβρίου 2016, σ. 6.
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου