Το εξώφυλλο του αφιερωματικού
τεύχους
Πανοπτικόν #20
«Αφιέρωμα στον Γεράσιμο
Λυκιαρδόπουλο»
[Περιθωριακά-Κωνσταντίνος Α. Ει.
Παπαθανασίου]
Αυτοί οι
λίγοι, οι μετρημένοι στα δάχτυλα, προβάλλουν τότε απελπισμένη αντίσταση,
συγκρατώντας την ανώτερη δύναμη του νικητή όσο το δυνατόν περισσότερο.
Στέκονται και δέχονται τα πυρά του. Έχουν τις περισσότερες απώλειες. Η αποστολή
τους δεν είναι να νικήσουν τον εχθρό -είναι πολύ λίγοι και κάτι τέτοιο θα ήταν
αδύνατον. Η αποστολή τους είναι να νικήσουν το χρόνο, να κερδίσουν χρόνο, χρόνο
πολύτιμο για να έρθουν οι ενισχύσεις, χρόνο πολύτιμο για να δοθεί με καλύτερους
όρους η επόμενη, αποφασιστική μάχη.
(Στέφαν Τσβάιχ, Αποχαιρετισμός στον Joseph Roth)
Με την άδεια του εκδότη του περιοδικού και των εκδόσεων «Πανοπτικόν»,
Κώστα Δεσποινιάδη, τα «Περιθωριακά» αυτής της Κυριακής αναδημοσιεύουν το
εισαγωγικό κείμενο του ιδίου που ως «προμετωπίδα» μας εισάγει στο αφιέρωμα του
20ού τεύχους του τετραδίου ολικής αντιπαράθεσης, στον Γεράσιμο Λυκιαρδόπουλο.
Ποιος είναι ο Γεράσιμος Λυκιαρδόπουλος, ο οποίος κοντεύει τα ογδόντα εάν δεν τα
έχει περάσει ήδη, θα το ανακαλύψετε διαβάζοντας τις 700-900 λέξεις αυτής της
σελίδας. Ύστερα εναπόκειται στη γνωστική σας περιέργεια να αναζητήσετε, όχι
μόνο το τεύχος που αναφέραμε, αλλά και να ανακαλύψετε έναν από τους κορυφαίους
Έλληνες Ελεύθερους Αναρχικούς Διανοητές των απανταχού ελληνόφωνων. Και μη μας
φοβίζει η λέξη «αναρχικός», να είστε σίγουροι πως ποτέ δεν είναι αυτό που σας
έχουν σερβίρει μπαγιάτικο τα περιβόητα ΜΜΕ, και οι επικίνδυνες έως ύποπτες
συμπεριφορές αγελαίων ανθρώπων, ούτε φυσικά τα συνθήματα στους τοίχους και τα
άκυρα σύμβολα.
Το κείμενο του Κώστα Δεσποινιάδη
«Αν για εμένα, που υπήρξα τραγικά αυτοδίδακτος σε όλα, υπάρχει ένας
άνθρωπος στα γραπτά του οποίου επιστρέφω συνεχώς με τον τρόπο που επιστρέφει
κανείς στα πολύτιμα διδάγματα των δασκάλων, αυτός είναι ο Γεράσιμος
Λυκιαρδόπουλος. Και μαζί μ’ εμένα ξέρω πως υπάρχουν κι άλλοι· λίγοι, μια και
τέτοιες οφειλές δεν
διαμεσολαβούνται, ευτυχώς, απ’ τα κανάλια της «αγοράς» και της δημοσιότητας,
στα οποία ο Λυκιαρδόπουλος με ήθος ασκητή και αναχωρητή στρέφει επίμονα και
ανυποχώρητα τα νώτα του εδώ και δεκαετίες.
Ποιητής, δοκιμιογράφος,
μεταφραστής, εκδότης και επιμελητής εκδόσεων, ο Λυκιαρδόπουλος αποτελεί ένα
μοναδικό δείγμα πνευματικού προσώπου
που με το ήθος και τις ποιότητες που κομίζει, ολότελα «παράταιρες» σε σχέση με
το συνηθισμένο και το ισχύον, μοιάζει σαν να πρόκειται για «τύχημα» το πώς προέκυψε σε αυτόν τον
τόπο. Πρέπει να διαβάζουμε το «Κεφάλαιο»
του Μαρξ σαν να διαβάζουμε την «Κόλαση»
του Δάντη και την «Κόλαση» του
Δάντη σαν να διαβάζουμε το «Κεφάλαιο»
του Μαρξ, έγραψε κάπου ο Λυκιαρδόπουλος, κι εγώ θα πρόσθετα: πρέπει να
διαβάζουμε τα ποιήματα και τα δοκίμιά του σαν μια καταγραφή της σπαρακτικής
ανθρώπινης απελπισίας που μας υπενθυμίζει όμως, με τρόπο μπενγιαμινικό, ότι αν
ακόμα έχουμε μία ελπίδα, την χρωστάμε στους απελπισμένους. Τα ξύλινα
«υπερεπαναστατικά» λόγια δεν πείθουν και δεν συγκινούν κανέναν. Το πάθος
πείθει, η ευαισθησία πείθει, η ανθρωπιά πείθει, όχι οι άνευρες ρομποτοποιημένες
καταγγελίες και τα χαμοσερνάμενα ξέπνοα λόγια που προκαλούν χασμουρητά. Πείθει
ό,τι πάει και συμβαδίζει με την ανθρώπινη πνοή, ό,τι φουντώνει και κάνει τη
φλέβα να χτυπάει, ό,τι σπάει τη φωνή και υγραίνει το βλέμμα μας. Η ανθρωπιά
άοπλη συντρίβεται και ένοπλη αυτοκαταργείται, έχει γράψει κάπου ο
Λυκιαρδόπουλος, και τούτη η τραγική αντινομία νιώθω ότι αίρεται στις λέξεις και
τις σιωπές του. Τα φαινομενικά χαμηλόφωνα γραπτά του είναι το όπλο ενός άοπλου
και απαρηγόρητου κόσμου, κι ας αριθμεί μόνο μερικές εκατοντάδες αναγνώστες
τούτος ο κόσμος. Σε αυτό το
τεύχος λοιπόν προσκάλεσα μερικούς από τους κοντινότερους συνοδοιπόρους του, να
καταθέσει ο καθείς τον οβολό του για αυτό το «φωτεινό μετέωρο» όπως τον
αποκάλεσε κάποτε ο Φώτης Τερζάκης, που είχαμε την τύχη να συναντήσουμε σε τούτη
την άνυδρη έρημο που με τη μέγιστη επιείκεια αποκαλείται «πνευματική ζωή» της
χώρας, να μάθουμε από αυτόν και να μας παρηγορήσει με τα γραπτά του κάθε φορά
που το σκοτάδι πυκνώνει και μας ζώνει από παντού. Τα κείμενα που συγκεντρώθηκαν
εδώ μόνο μια ελάχιστη εικόνα του έργου και του προσώπου δίνουν. Τα υπόλοιπα
εναπόκεινται στους αναγνώστες και τη δική τους συνάντηση με τα γραπτά του.
-Γεράσιμε, ακόμη κι αν «τα δάση που ονειρεύτηκες κάηκαν τα χαράματα»,
τα γραπτά σου ήταν, είναι και θα είναι στο διηνεκές για εμάς ένα πολύτιμο
σακουλάκι με χώμα που το φυλάμε στον κόρφο μας, απάτριδες και εξόριστοι πάντα
από τέτοιον κόσμο».
Η ύλη του τεύχους
Στο αφιέρωμα γράφουν/συμμετέχουν, εκτός από τον Κώστα Δεσποινιάδη που
υπογράφει το παραπάνω κείμενο και το «Ο Γ.Λ. ως εκδότης. Η περίπτωση των
εκδόσεων ‘Έρασμος’», και οι Φώτης Τερζάκης, Βασίλης Αλεξίου, Γιώργος Μερτίκας,
Στέφανος Ροζάνης, Τάσος Πορφύρης, Μάρκος Μέσκος και Γιάννης Πατίλης. Ενδεικτικά
αναφέρουμε τα κείμενα «Ανάμεσα στην εξέγερση και τη Φυγή», «Ο χρόνος του
ονείρου και η αλήθεια του βίου» και «Το περιοδικό ‘Σημειώσεις’ στην Ελλάδα». Το
αφιέρωμα ολοκληρώνεται μ’ ένα συμπίλημα κειμένων και ποιημάτων του Γ.Λ. καθώς
και με την πλήρη και σε κυκλοφορία εργογραφία του την οποία και παραθέτουμε
ευθύς.
Ποίηση: Υπό ξένην σημαία
[ποιήματα 1967-1988], Ύψιλον, 1991-Τα ποιήματα του Μανδαρίνου, Ύψιλον,
2002-Ραγισμένο ταμπούρλο [ποιήματα1962-1966], Χειρόγραφα, 1991, Ύψιλον, 2006.
Δοκίμια: Αναφορές, Έρασμος,
1979, 2007-Η «Ρωμιοσύνη» στον Παράδεισο, Έρασμος, 1983, 1988, 2004-Η έσχατη
στράτευση, Ύψιλον, 1985-Μύθος και ποιητική του ταξιδιού. Νίκος Καββαδίας κ.ά.,
Έρασμος, 1990-Άνθρωπος στη θάλασσα. Συνειρμοί και προκηρύξεις, Ύψιλον, 1995-Η
ποιητική του παλιάτσου (από τον Φιλύρα στον Σκαρίμπα), Δοκίμιο ανθολογίου,
Έρασμο, 1999-Μετασολωμικά. Μορφές και ιδέες στα Επτάνησα κατά τα τέλη του 19ου
αιώνα, Έρασμος, 2001-Ο Κάντιος και τα Βαλκάνια. Ασκήσεις λογικής, Ύψιλον,
2002-Μέρες του 2004 (από την όχθη του 2010), Ύψιλον, 2010-Μίμηση ήχων.
Σημειώσεις για την ποίηση, Ύψιλον, 2014.
Γεράσιμος Λυκιαρδόπουλος
-Από τη μια μεριά η ‘μεταφυσική του χρήματος’ –από την
άλλη η σάρκα του ροδάκινου.
-Από τη μια μεριά ένα στρατσόχαρτο, μια υπογραφή, μια
φούσκα –από την άλλη το χώμα, το νερό, ο ιδρώτας.
-Από τη μια μεριά το ‘επιχειρείν’ –από την άλλη ένας
ψαράς κι η βάρκα του.
-Από τη μια μεριά το νεκρό χρυσάφι –από την άλλη το
ψωμί και το αλάτι.
-Από τη μια μεριά ο υποθηκευμένος ουρανός, ένα
παγκόσμιο μαύρο τίποτα –από την άλλη ο σύμπας κάτω κήπος.
-Από τη μια μεριά ο τσιφλικάς, ο τραπεζίτης, τα
‘στελέχη’ –από την άλλη ο Σάκκο, ο Βαντσέτι, ο Αντύπας.
Αυτός ο πόλεμος δεν έχει τέλος.
Περιοδικό «Σημειώσεις», τχ. 73, Ιούνιος 2011
Δημοσιεύτηκε στην ομώνυμη στήλη, στο πολιτιστικό ένθετο,
«Ηδύφωνο», της ελληνοκυπριακής εφημερίδας, «Η Σημερινή», την Κυριακή 15
Νοεμβρίου 2015, σ. 5.
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου