Πέμπτη 18 Αυγούστου 2016

Υπερπραγματική Φράξια Λευκω©ίας 51

ΤΟ ΤςΟΓΛάΝΙ
(Δέκατη Τρίτη Φυλλάδα-Νοέμβριος 2006)


  Ξεχνάς Να Μην
Μπομπ Κάουφμαν
[1925-1986]

[Ερημιές Στριμωγμένες Μοναξιά]
(περιέχεται στο «Solitudes Crowded With Loneliness», 1965, NDP 199, 8th printing, p. 55)



Θυμήσου, ποιητή, ενώ σεργιανώντας κατά πλάτος το στερέωμα
Τραγουδώντας όπως ο κορυδαλλός, ουρλιάζοντας, καλώντας ονόματα…

Βάδιζε απαλά.

Το αποτύπωμα της πατούσας σου πάνω σε σύννεφα βροχής είναι ορατό με          γυμνά μάτια,
Λαμπτήρες στρειδοκολλημένοι στα πόδια σου διαθλούν τον καθρεφτισμένο αέρα.

Εξωτικά αρώματα της κρυμμένης σου ενόρασης ίπτανται στο πρόσωπο του καιρού.

Θυμήσου να μην ξεχνάς τα πεθαμένα χρώματα του χθες
Καθώς εισπνέεις το ζεστό όνειρο του αύριο, φυσημένο από παγωμένα χείλη.

Θυμήσου, εσύ γυμνέ πράκτορα του κάθε τίποτα.

Μετάφραση: Κώστας Ρεούσης [20.02.2005]



Ένα Αυτόχειρο Σημείωμα
Του Κώστα Ρεούση σκαλισμένο στη Λευκωσία τον Φεβρουάριο του 2006


Ελάχιστοι/ελάχιστες ποιητές/ποιήτριες γνωρίζουν το ψυχικό και σωματικό άλγος, που προκαλείται απ’ τη γένεση ποιημάτων. Είναι ακριβώς στο χέρι, που ορίζεται η στιγμή. Άλλοτε διαρκής, άλλοτε ακαριαία, άλλοτε πάλι… θανάσιμη. Έτσι που να ξεβράζεται το ό,τι ξανά στη ζωή. Δεν έχει σημασία με ποιον τρόπο. Κι αν έχει, δεν μπορεί να εξηγηθεί. Το μυστήριο το κοινωνείς, το μυστικό το γεύεσαι, το απ’ εκεί -κάποιες φορές- ανοίγει. Ο/Η δημιουργός αποχωρεί για να προσκομιστεί το ποίημα. Κακό, μέτριο ή καλό… αδιάφορο. Ο/Η ποιητής/ποιήτρια εξαφανίζεται στο φως ή στο σκοτάδι, στο λυκαυγές ή στο λυκόφως της έμπνευσής του/της, με σκοπό το ποίημα να προβάλλει την ύπαρξή του. Αυτόνομη, επαναστατική, αληθινή, ερωτική, ανθρώπινη, ελευθεριακή, άναρχη και θεϊκή συγχρόνως.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου