Πέμπτη 4 Αυγούστου 2016

Περιθωριακά 20

Stefan George (1868-1933)


Stefan George
«Το διάδημα πέταξα που δεν έλαμπε πια»

[Περιθωριακά-Κωνσταντίνος Α. Ει. Παπαθανασίου]

Μια ποιητική συλλογή του 1895, ενός εκ των βασικών ανανεωτών  της γερμανόφωνης λυρικής παράδοσης, «προσγειώνεται» στην ελληνική γλώσσα του 2016 μέσω μίας εξαίρετης μεταφραστικής εργασίας


Σε δυο ανθρώπους οφείλει ο γράφων την εκ νέου «κατάδυσή του» στη γερμανική και εν γένει γερμανόφωνη ποίηση: στους ποιητές και μεταφραστές, ανάμεσα σε πολλά άλλα, Μιχάλη Παπαντωνόπουλο και Νίκο Βουτυρόπουλο. Με τον κύριο Βουτυρόπουλο -που τη μεταφραστική του εργασία παρουσιάζουν τα «Περιθωριακά» της τελευταίας αυτής Κυριακής του Ιούλη του πάντα «καμένου-κατεστραμμένου», απ’ το 1974, ελληνικού-κυπριακού καλοκαιριού- δεν έχουμε συναντηθεί ποτέ, εντούτοις διατηρούμε τα τελευταία χρόνια μία ειλικρινέστατη φιλία και συνεργασία.
   Πριν δυο χρόνια, περίπου, μου μίλησε για τον Στέφαν Γκεόργκε τον οποίο και αγνοούσα. Δείχνοντας εμπιστοσύνη στο έργο και στη δουλειά-εργασία μου, που χρόνια ορκισμένα και πιστά υπηρετώ, μου ζήτησε να επιμεληθώ-διορθώσω το «Βιβλίο των κρεμαστών κήπων», το οποίο κοπιωδώς είχε μεταφράσει. Ελπίζω να μην τον απογοήτευσα, μια και ταπεινά εισχώρησα στη μαγεία των στίχων του Γκεόργκε και σαγηνεύτηκα από το πνεύμα του.
   Μετά από μία ατυχή εκδοτική απόπειρα, λόγω ασυνεννοησίας και απαράδεκτων πρακτικών κάποιων αχαρακτήριστων, ο κύριος Βουτυρόπουλος απευθύνθηκε στον ανεξάρτητο εκδοτικό οίκο των Αθηνών, «s@mizdat», όπου και έχει εγκαινιάσει τη σειρά «Μέλας Δρυμός» και με άλλους Γερμανούς ποιητές, που αξίζει εκ νέου να έρθουν στο προσκήνιο και να μελετηθούν από τους Έλληνες αναγνώστες της ποίησης.
   Δεινός γνώστης και εις βάθος της γερμανικής γλώσσας, ως δεύτερης -κατά κάποιον τρόπο- μητρικής του, έχει προσφέρει εξαίρετες μεταφράσεις και παρουσιάσει κορυφαίους Γερμανούς και γερμανόφωνους ποιητές. Έτσι, και «Το βιβλίο των κρεμαστών κήπων», εκδόσεις s@mizdat, Αθήνα, 2016, έρχεται να προστεθεί στη λίστα των εργασιών ενός από τους σοβαρότερους νέους μεταφραστές ποιητών, και όχι μόνο, από τη γερμανική γλώσσα.    

Ένας εστέτ κλασικιστής
Εμβληματική μορφή της μοντέρνας ποίησης, ο Στέφαν Γκεόργκε (1868-1933), είναι ένας από τους βασικούς ανανεωτές της γερμανόφωνης λυρικής παράδοσης. Επηρεασμένος από το συμβολισμό του Μαλαρμέ, που είχε συναναστραφεί όταν βρέθηκε στη Γαλλία, κατάφερε να τον ξεπεράσει και να εισαγάγει καινοτόμες αντιλήψεις στην ποίηση του 20ού αιώνα.
   Λάτρης της ελληνορωμαϊκής αρχαιότητας και γνώστης πολλών ευρωπαϊκών γλωσσών, υπήρξε επίσης δεινός μεταφραστής των έργων του Σαίξπηρ και του Μποντλέρ στα γερμανικά. Εκτός από «Το βιβλίο των κρεμαστών κήπων» (1895), σημαντικές ποιητικές συλλογές του είναι «Το έτος της ψυχής» (1897), «Το έβδομο δαχτυλίδι» (1907) και «Το νέο βασίλειο».
   Περισσότερα βιογραφικά του μπορείτε να αναζητήσετε στο διαδίκτυο. Αρκούμαι να σας μεταφέρω κάποιες προτάσεις για την ουσία της ποίησής του και της θέσης/στάσης του, όπως τις καταγράφει ο κύριος Νίκος Βουτυρόπουλος στην κατατοπιστικότατη εισαγωγή του: «Μελετητές του έργου του Στέφαν Γκεόργκε, όπως ο Γκέοργκ Ζίμμελ και ο Βάλτερ Μπένγιαμιν, αναγνώρισαν αφενός τη γλωσσική αρτιότητα της ποίησής του, αφετέρου δεν παράλειψαν να τονίσουν τον αχρονικό χαρακτήρα της, εγκλωβισμένο μέσα σε σύμβολα-καρικατούρες ένδοξων στιγμιότυπων από την παγκόσμια ιστορία και μυθολογία και φορτισμένο από τη χριστιανική παράδοση. Ο απεγκλωβισμός από το παρελθόν, με κάθε μέσο και θυσία, ήταν το αίτημα των αστών του 19ου αιώνα και η ιδεολογική αφετηρία της μοντέρνας τέχνης του 20ού. Ως ένας από τους επιγόνους του Μποντλέρ, ο Γκεόργκε, ο τελευταίος των συμβολιστών, προβάλλει τον αισθησιασμό μιας κοινωνίας, η οποία πάσχει θανάσιμα από την έλλειψη ουσιαστικής επαφής με τη φύση, από την απουσία ηθικών προταγμάτων και την αλλοτρίωση. Και εφόσον η τέχνη δεν μπορεί να αλλάξει τον κόσμο, πού αποβλέπει τελικά ο άνθρωπος μέσω της τέχνης; Μήπως στην προσωπική του ευδαιμονία και μόνο; Στο βασανιστικό αυτό ερώτημα, όπου για κάθε καλλιτέχνη υπάρχει και μια διαφορετική τοποθέτηση, ο Γκεόργκε απαντά φορώντας τον ιερατικό του μανδύα, όπως το συνήθιζε, και απαγγέλλοντας μπροστά στο κοινό τού ‘Κύκλου’ του στίχους από τις λυρικές ιστορίες του.».  

Το βιβλίο των κρεμαστών κήπων
Στο «Βιβλίο των Κρεμαστών Κήπων» (Das Buch der Hängenden Gärten, Βερολίνο, 1895), κεντρικός ήρωας είναι ένας νεαρός ποιητής-πρίγκιπας που αναζητά κάθε δυνατή περιπέτεια. Ένα θέμα που όσο πλησιάζει το ρεπερτόριο του ρομαντισμού άλλο τόσο απομακρύνεται, καθώς δεν προσφέρεται κάποια λύση ή κάθαρση, κι αυτό που απομένει τελικά είναι η γλωσσική απόλαυση του κειμένου.
   Ο ποιητής-πρίγκιπας επιστρέφει στην κατακτημένη πατρίδα του, συναντιέται με μια κόρη, ερωτεύονται και χωρίζουν. Στη συνέχεια βρίσκεται υπηρέτης στην αυλή ενός Πέρση ηγεμόνα, τον οποίο και δολοφονεί, και συνεχίζει την περιπλάνησή του.
   Τίποτα δεν δικαιολογείται, οι άνθρωποι και οι πράξεις τους μοιάζουν έρμαια μιας μοίρας που υπερβαίνει τη συγκατάβαση των θεών. Πουθενά δεν δίνονται υποσχέσεις ούτε παίζονται στοιχήματα.
   Ίαμβοι και τροχαίοι εναλλάσσονται καταιγιστικά καθ’ όλη τη διάρκεια της αφήγησης, καταλήγοντας σ’ έναν ύμνο για το ανθρώπινο πεπρωμένο, γραμμένο σε δακτυλικό τετράμετρο: «Όντα της αγάπης του ρίγους του καημού…/Πάνω και κάτω σαν κύματα γλιστράτε.».  

«Στα όνειρα ωστόσο τα κατάφερα»

Στα όνειρα ωστόσο τα κατάφερα
Με τρόπο στοργικό αφοσιώθηκα
Όμως μπήκαν στη χώρα μου εχθροί
Και μου κατακτήσαν τη μισή.

Αλλά για εκδίκηση αδυνατώ να οπλιστώ
Την τελευταία φορά ήρωας ήμουν
Όταν απ’ τις ακτές μού φέρανε προδότες
Σε κάμπο κόκκινο να τους δικάσω.

Κι εκεί μπορούσα ν’ αγναντέψω
Αυτούς που μου ’δειξαν ανυπακοή
Στο χώμα να κείτονται και μ’ ένα νεύμα
Από λεία λεπτά κορμιά το κεφάλι να κατρακυλά.

Για την ωραία μου πενθώ σκυμμένος χώρα
Και μόνη μου παρηγοριά είναι αυτή:
Το τραγουδιάρικο πουλί που δεν το θλίβουν
Λιβάδια τείχη και σπίτια ποδοπατημένα
Σε φράχτη με μυρτιές σα φλόγα τρέμοντας
Χωρίς τελειωμό να κελαηδά το γλυκό του καημό.

(Μετάφραση: Νίκος Βουτυρόπουλος)

 
Δημοσιεύτηκε στην ομώνυμη στήλη, στο πολιτιστικό ένθετο, «Ηδύφωνο», της ελληνοκυπριακής εφημερίδας, «Η Σημερινή», την Κυριακή 31 Ιουλίου 2016, σελ. 5.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου