Δευτέρα 22 Αυγούστου 2016

Πολιτισμικοί Μετεωρίτες 23

Τρεις κορυφαίοι της Γενιάς του ’27, από τα αριστερά οι: Βιθέντε Αλεϊχάντρε, Λουίς Θερνούδα & Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα

Federico García Lorca
«Τούτη η αγωνία τ’ ουρανού, του κόσμου, της ώρας»

[Πολιτισμικοί Μετεωρίτες-Κωνσταντίνος Α. Ει. Παπαθανασίου]

Στην περιβόητη Ισπανική Γενιά του 1927, όπου έδωσε μία πλειάδα κορυφαίων ποιητών κι αέρα ανανέωσης στην παγκόσμια ποίηση, δεσπόζει η μορφή του Ποιητή των «Σονέτων του σκοτεινού έρωτα»

Καθώς ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος βρίσκεται στο τέλος του, στην Ισπανία εκδηλώνεται ένα καινούργιο καλλιτεχνικό κίνημα, ωσάν απήχηση των καλλιτεχνικών πρωτοποριών της υπόλοιπης Ευρώπης, ο «Ουλτραϊσμός». Τα προτάγματά του είναι η εγκατάλειψη κάθε συγκινησιακού στοιχείου και η καθιέρωση μιας τέχνης εμπνευσμένης απ’ τα πιο δυναμικά στοιχεία του σύγχρονου κόσμου. Αν και η διάρκειά του ήταν σύντομη, χρησίμευσε ως καταλύτης στη δημιουργία μιας νέας ποιητικής αντίληψης, που πρέσβευε την απεριόριστη χρήση της «μεταφοράς», σαν ένα απ’ τα κύρια μέσα έκφρασης του ποιήματος. Η αντίληψη αυτή ενισχυμένη απ’ τις αρχές του γαλλικού υπερρεαλισμού, μαζί με την ανάγκη για ανθρωπιά στην τέχνη, αποτέλεσε το αισθητικό πιστεύω μιας ομάδας νέων Ισπανών ποιητών, που αποκαλέστηκε «Γενιά του 1927», επειδή εκείνη τη χρονιά γιόρτασαν με ιδιαίτερη έμφαση τα 300 χρόνια από τον θάνατο (1627) του Λουίς ντε Γκόνγκορα, πατέρα της ποιητικής μεταφοράς, αποκαθιστώντας με την ευκαιρία αυτή στη θέση που τους αξίζει τους μεγάλους βάρδους του Μπαρόκ.
   Στην ομάδα αυτή, που πραγματικά έδωσε γύρω στους δέκα σημαντικούς έως κορυφαίους ποιητές στην Ισπανία, στον ισπανόφωνο κόσμο και στην παγκόσμια ποίηση, διακρίνονται οι ποιητικές μορφές των Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα (1898-1936), Ραφαέλ Αλμπέρτι (1902-1999), Βιθέντε Αλεϊχάντρε (1898-1984) και Λουίς Θερνούδα (1904-1963), με τον πρώτο να δεσπόζει και, χωρίς υπερβολή, να «υπερίπταται» έναντι όλων.
   Στο σύνολό του το ποιητικό έργο του Λόρκα, αριστοκρατικό και λαϊκό συγχρόνως, ξεχωρίζει απ’ την υπόλοιπη παραγωγή της εποχής του για την εκφραστική ένταση των μεταφορών του, τη ρωμαλέα δραματικότητα με την οποία περιγράφει τον κόσμο της Ανδαλουσίας, και, πάνω απ’ όλα, για τις βαθιές ισπανικές ρίζες του λυρισμού του.
   Και ο Ραφαέλ Αλμπέρτι κινείται ανάμεσα στο λαϊκό και το αριστοκρατικό, σ’ αυτόν όμως το αριστοκρατικό είναι πολύ ραφινάτο κι η λαϊκότητα του  δεν έχει την αυθεντική ανθρωπιά που έχει η λαϊκότητα του Λόρκα. Έτσι, αν ο Λόρκα μπορεί να παραλληλισθεί με τον Λόπε ντε Βέγα, για τη βαθιά αίσθηση της λαϊκής ψυχής που τον διακρίνει, ο Αλμπέρτι, με την τέλεια στη φόρμα, ωστόσο ψυχρή και υπεροπτική του ποίηση, μας θυμίζει, ιδιάιτερα στη νεανική του παραγωγή που είναι και η σημαντικότερη, την τέχνη του Γκόνγκορα.
   Αντίθετα απ’ τον Αλμπέρτι, ο Βιθέντε Αλεϊχάντρε, έδωσε το καλύτερο έργο του στην ώριμη ηλικία του, πράγμα άλλωστε φυσικότερο. Μάλιστα, καθώς ήταν ο μόνος απ’ την τετράδα που δεν εκπατρίστηκε με τον εμφύλιο πόλεμο (τριάδα, μάλλον, μια που τον Λόρκα τον δολοφόνησαν), θεωρείται σαν η πιο ζεστή κι ανθρώπινη ποιητική φωνή της Ισπανίας, στη σκληρή δεκαετία του ’40, παρά την κάποια της ρητορικότητα. Η ποιητική του πορεία επιβραβεύτηκε το 1977, με το Νομπέλ Λογοτεχνίας, και μία από τις κορυφαίες ποιητικές του συλλογές είναι αυτή του 1954, η «Ιστορία της Καρδιάς».
   Τέλος η ποίηση του Λουίς Θερνούδα, λιγότερο επηρεασμένη απ’ τη λαϊκή παράδοση, κρίνεται σαν η πιο «καθαρή» απ’ όλες. Θέματα όπως η αγάπη, ο θάνατος, η μοναξιά, δίνονται με μιαν αυθεντικότητα γεμάτη πάθος και με μια γλώσσα κλασική στην περιεκτικότητά της. Μερικοί μελετητές του έργου του, συμφωνούν, πως επηρεάστηκε κι απ’ τον δικό μας Κ.Π. Καβάφη, και όχι μόνο λόγω του ομοφυλοφιλικού σεξουαλικού προσανατολισμού του.

Ντουέντε
Η περίφημη διάλεξη-ρεσιτάλ του Λόρκα, «Juego y Teoría del Duende-Πρακτική και Θεωρία του Ντουέντε», δόθηκε πρώτη φορά από τον Ποιητή στο Μπουένος Άιρες, στις 20 Οκτωβρίου του 1933, κατά τη διάρκεια της περιοδείας που πραγματοποιούσε τότε στη Λατινική Αμερική. Έκτοτε την επανέλαβε αρκετές φορές, κυρίως στην Ισπανία.
   Πολλά έχουν γραφτεί, και θα συνεχίζουν να γράφονται, για το «ντουέντε» και το τι μπορεί να σημαίνει. Ο Ποιητής αναφέρει, στο κείμενό του, μία διεισδυτική παρατήρηση που είχε κάνει ο σπουδαίος τσιγγάνος τραγουδιστής Μανουέλ Τόρε, ενώ άκουγε, το 1922, τον Μανουέλ ντε Φάγια να παίζει το «Νύχτες στους κήπους της Ισπανίας». «Ό,τι έχει μαύρους ήχους, έχει ντουέντε», είχε πει ο Τόρε. Για τον Λόρκα, το «ντουέντε» συνιστούσε μια μορφή διονυσιακής έμπνευσης που συνδέεται με την οδύνη, το μυστήριο και το θάνατο και αποτελεί κινητήρια δύναμη για τον καλλιτέχνη που εμφανίζεται σε δημόσιο χώρο –το μουσικό, το χορευτή ή τον ποιητή που απαγγέλλει τη δουλειά του ενώπιον κοινού, όπως συχνά έπραττε ο ίδιος. Χωρίς το «ντουέντε», όπως εξηγεί ο Λόρκα, η ερμηνεία του τραγουδιστή μπορεί να είναι τεχνικά άψογη, μα ούτε νεύρο θα έχει ούτε θα κάνει τον ακροατή να ριγήσει από δέος.
   Τα παραπάνω θυμίζουν έντονα την πλατωνική διαπίστωση: «ος δ’ αν άνευ μανίας Μουσών επί ποιητικάς θύρας αφίκηται, πεισθείς ως άρα εκ τέχνης ικανός ποιητής εσόμενος, ατελής αυτός τε και η ποίησις», («Φαίδρος», 245α). 



Ο ταυρομάχος και συγγραφέας, Ιγνάθιο Σάντσεθ Μεχίας, στο κέντρο με το καπέλο, ανάμεσα στους κορυφαίους της Γενιάς του ’27


Θρήνος για έναν ταυρομάχο
Ο Ιγνάθιο Σάντσεθ Μεχίας (Σεβίλλη, 1891-Μαδρίτη, 1934) ήταν διάσημος ταυρομάχος, και συγγραφέας, επιστήθιος φίλος με τους περισσότερους ποιητές της Γενιάς του ’27. Ο θάνατός του, από ένα μοιραίο χτύπημα που δέχθηκε από το κέρας του ταύρου «Γραναδίνο» στην αρένα της Μανθανάρες (11 Αυγούστου 1934, εξέπνευσε στις 13 του ίδιου μήνα) -μιας μικρής πόλης νότια της Μαδρίτης-, συγκλόνισε όλη τη χώρα.
   Ο Μεχίας πέθανε μεγαλόψυχα, προσφέροντας τη ζωή του σε μια αρχαία τελετή, η οποία, όπως ο Λόρκα εξήγησε κάποτε, δεν έχει καμία σχέση με τον αθλητισμό, μα είναι ένα «θρησκευτικό μυστήριο», η «δημόσια και τελετουργική αναπαράσταση της νίκης της ανθρώπινης αρετής επί των κατώτερων ενστίκτων […] η ανωτερότητα του πνεύματος απέναντι στην ύλη, της διάνοιας απέναντι στο ένστικτο, του χαμογελαστού ήρωα απέναντι στο αφρισμένο κτήνος». Τη μυθική αυτή αντίληψη για την corrida-ταυρομαχία εκφράζει με εκπληκτικό τρόπο ο Ποιητής στο «Μοιρολόι ή Θρήνο για τον Ιγνάθιο Σάντσεθ Μεχίας», μια θρηνωδία από την οποία ο Λόρκα φρόντισε να αφαιρέσει το όνομα του ζώου που είχε οριστεί από τη μοίρα να θανατώσει τον φίλο του. Τι τρομερή ειρωνεία που ο ταύρος ονομαζόταν «Γραναδίνος»! Ίσως αυτό να έδειξε στον προληπτικό Λόρκα ότι στο θάνατο, όπως και στη ζωή, το πεπρωμένο του ήταν αδιαχώριστα δεμένο με του Μεχίας, γεγονός που πράγματι αποδείχτηκε δυο καλοκαίρια αργότερα (19 Αυγούστου 1936).
   Το «Μοιρολόι για τον Ιγνάθιο Σάντσεθ Μεχίας» είναι μια αφορμή για «ντουέντε». Η ταυρομαχία είναι μια τραγική σύνοψη όπου ο θάνατος ελλοχεύει. Άλλωστε, ο Λόρκα, στο κείμενό του, «Πρακτική και Θεωρία του Ντουέντε» λέει: «Ο ταυρομάχος που τον έχει αδράξει το ντουέντε δίνει ένα μάθημα πυθαγόρειας μουσικής, που να ξεχνά  κανείς πως πετάει συνέχεια την καρδιά του στα κέρατα του ταύρου […] ο θάνατος παίζει μεγάλες σάλπιγγες με την έλευση κάθε άνοιξης». Το «Μοιρολόι» είναι μια βαθιά ελεγεία, ένα «cante jondo-βαθύ τραγούδι», όπου το τελετουργικό θέαμα της θυσίας των ταύρων, -που ανακαλεί τα μινωικά «ταυροκαθάψια», και τα αττικά «βουφόνια»-, παραμένει σ’ ένα περιθωριακό μισόφωτο. Είναι ένα είδος μουσικής συμφωνίας σε τέσσερις κινήσεις. Στην πρώτη κίνηση, «Η λαβωματιά κι ο θάνατος», το ρολόι σημαίνει την αιώνια ώρα όπου ο ταυρομάχος δέχεται το μοιραίο χτύπημα. Στη δεύτερη κίνηση, «Το χυμένο αίμα», ο Ποιητής ακολουθώντας τον Μεχίας στην κάθοδό του προς τον Άδη, εγκωμιάζει την αρχοντιά, την ομορφιά και το θάρρος του. Στην τρίτη κίνηση, «Παρουσία του σώματος», η ασάλευτη πέτρα επιβάλλει τη σιωπή. Το λείψανο σταδιακά αποσυντίθεται. Τέλος, στην τέταρτη κίνηση, «Απουσία της ψυχής», αποχαιρετάει εκείνον που καταχωνιάζει η λησμονιά: «Γιατί ’σαι πια νεκρός παντοτινά,/σαν όλους τους νεκρούς της γης,/σαν όλους τους νεκρούς που λησμονιούνται/σ’ ένα σωρό από άψυχα σκυλιά.», (μετάφραση Τάκη Βαρβιτσιώτη). 
 
Το εξώφυλλο μίας σπανιότατης ελληνικής έκδοσης που αφορά στα «Μοιρολόγια» για τον μεγάλο ταυρομάχο


Ο σκοτεινός έρωτας
Στις 17 Μαρτίου 1984, δημοσιεύονται στη φιλολογική έκδοση της ισπανικής εφημερίδας, «ABC», έντεκα «Σονέτα του σκοτεινού έρωτα-Sonetos del amor oscuro» του Λόρκα. Ένα τεράστιας σημασίας πνευματικό γεγονός που συγκίνησε τον ισπανικό, και όχι μόνο, κόσμο. Κι αυτό γιατί, αν και η ύπαρξή τους ήταν γνωστή, θεωρούνταν χαμένα. Ο Ποιητής άρχισε να τα γράφει το 1935, κι ένας φίλος του αναφέρει πως ο Λόρκα του είχε πει ενθουσιασμένος το σχέδιό του: «Εκατό σονέτα, όπως του Σαίξπηρ». Δεν πρόλαβε, το 1936 τον δολοφόνησαν. Το 1937 ο Βιθέντε  Αλεϊχάντρε γράφει γι’ αυτά: «Μου διάβασε τα ‘Σονέτα του σκοτεινού έρωτα’. Ένα φαινόμενο πάθους, ενθουσιασμού, ευτυχίας, βασάνου. Μνημείο αγνό και φλογερό αφιερωμένο στον έρωτα, που για πρώτη ύλη έχει τη σάρκα, την καρδιά, την ψυχή του ποιητή στην κρίσιμη στιγμή της καταστροφής του.».
   Ας ακούσουμε τον Ποιητή να «τραγουδά» σε ένα από αυτά τις «Πληγές της Αγάπης», στην εξαίρετη μετάφραση της Μάγιας-Μαρίας Ρούσσου: «Αυτό το φως, τούτη η φωτιά που κατατρώει./Τούτο το σταχτί τοπίο που με τυλίγει./Τούτος ο πόνος για μια και μόνη ιδέα./Τούτη η αγωνία τ’ ουρανού, του κόσμου της ώρας.//Τούτος ο θρήνος του αίματος που στολίζει/λύρα δίχως παλμό πια, φευγαλέο δαυλό./Τούτο το βάρος της θάλασσας που με χτυπά./Τούτος ο σκορπιός που μου φωλιάζει στο στήθος.//Είναι στεφάνι του έρωτα, κλινάρι πληγωμένου,/όπου δίχως ύπνο ονειρεύομαι την παρουσία σου/μέσα στο ρημαδιό του στήθους μου βουλιαγμένο.//Και μόλο που ψάχνω την καμπύλη της φρόνησης/μού προσφέρει η καρδιά σου κοιλάδα απλωμένη/με φαρμάκι και πάθος γνώσης πικρής.».

Περί ποιήσεως
«Αλλά τι μπορώ να πω εγώ για την ποίηση; Τι μπορώ να πω για τα σύννεφα τ’ ουρανού; Να βλέπω, να βλέπω, να τα βλέπω, να τον βλέπω και τίποτε άλλο. Θα καταλάβεις πως ένας ποιητής δεν έχει να πει τίποτα για την ποίηση. Αυτό άστο στους κριτικούς και στους ακαδημαϊκούς. Αλλά ούτε εσύ, ούτε εγώ, ούτε κανένας ποιητής γνωρίζει τίποτα για την ποίηση.
   »Εδώ είμαστε. Κοίτα. Κρατώ μέσα στα χέρια μου τη φωτιά! Σαν υλικό την κατέχω και τη χρησιμοποιώ τέλεια, αλλά δεν μπορώ να μιλήσω γι’ αυτήν χωρίς φιλολογία. Καταλαβαίνω όλες τις ποιητικές. Θα μπορούσα να μιλήσω γι’ αυτές, αν δεν άλλαζα γνώμη κάθε πέντε λεπτά. Δεν ξέρω, μπορεί κάποια μέρα να μου αρέσει η άσχημη ποίηση, κατά τον ίδιο τρόπο που μου αρέσει (μας αρέσει) σήμερα η κακόφωνη μουσική της τρέλας. Θα καίω τον Παρθενώνα τη νύχτα και θ’ αρχίζω να τον ξαναχτίζω το πρωί για να μην τελειώσω ποτέ.
   »Στις διαλέξεις μου μίλησα μερικές φορές για την Ποίηση, αλλά για το μόνο που δεν μπορώ να μιλήσω ποτέ είναι η δική μου ποίηση. Κι όχι από έλλειψη συναίσθησης γι’ αυτό που κάνω. Το αντίθετο. Αν είναι αλήθεια πως είμαι ποιητής από χάρισμα του Θεού -ή του διαβόλου- είναι εξίσου αληθινό πως είμαι ποιητής χάρη στην τεχνική και την προσπάθεια, καθώς και για το λόγο τού ότι καταλαβαίνω απόλυτα τι είναι ένα ποίημα.».

(Μετάφραση: Ρήγας Καππάτος)

«Δωρεάν Η Ζωή Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα Δωρεάν Ο Θάνατος»
 
«Μουλέτα»

Δωρεάν η ζωή Φεδερίκο
Γκαρθία Λόρκα δωρεάν ο θάνατος.
Αυτό το άλικο πανί δεν έχει πάντοτες
          αγαθή βεβαιότητα.
Είν’ ο Θεός που αμιγής εκτείνεται στο μαύρο
        πλήρως απών ή ανεικόνιστος.
Όμως εσύ μυρόεσσα Ισπανία -της Ευρώπης θερμότητα-
           τι δόξα πρόσθεσες απ’ τη λαλιά του
                   την άσπιλη
           σ’ ανελέητο ήλιο σ’ έναν ουρανό
           που πυραχτώνει διαμπερής αθωότητα…
           Ισπανία εσύ αυθεντία στο θάνατο!
Δωρεάν η όραση Φεδερίκο
Γκαρθία Λόρκα δωρεάν η τυφλότητα.

Νίκος Καρούζος, «Ερυθρογράφος», εκδ. Απόπειρα, δεύτερη έκδοση, Αθήνα, 1990, σ. 35 


Πηγές
1. «Ανθολογία Ισπανικής Ποίησης» (ΧΙΙ-ΧΧ Αιώνας), Από το Άσμα του Μίο Θιδ ως τη Γενιά του 1927, πρόλογος-μετάφραση Ηλίας Ματθαίου, εκδ. Γνώση, Αθήνα, 1983.
2. Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα, «Εκλογή Ποιημάτων», εισαγωγή-μετάφραση Τάκης Βαρβιτσιώτης, εκδ. Λιβάνη & Εκδοτική Θεσσαλονίκης, Αθήνα, 2001
3. Federico Garcia Lorca, «Ποιητικά Άπαντα», πρόλογος Ρήγας Καππάτος, μετάφραση-σημειώσεις Κοσμάς Πολίτης-Ρήγας Καππάτος, εκδ. Εκάτη, δεύτερη έκδοση, Αθήνα, 2011
4. Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα, «Ντουέντε-Πρακτική και Θεωρία», εισαγωγή-μετάφραση-σχόλια Γιώργος Γεωργούσης, εκδ. Γαβριηλίδης, Αθήνα, 2007
5. Σπύρος Μαυρίδης, «Παιγνίδι και θεωρία του Ντουέντε: Η διονυσιακή αισθητική του Λόρκα», περιοδικό Διαβάζω, τχ. 467, Αθήνα, Οκτώβριος 2006
6. Federico Garcia Lorca, «Ο Θάνατος του Πήγασου», εισαγωγή-μετάφραση-επιλογή-σημειώσεις Γιάννης Σουλιώτης, εκδ. Αρμός,  Αθήνα, 2012
7. Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα, «Έντεκα σονέτα του σκοτεινού έρωτα», εισαγωγή-μετάφραση Μάγια-Μαρία Ρούσσου, εκδ. Ελεγεία, Άρτα, 2008
8. Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα, «Μοιρολόι για τον Ιγνάθιο Σάντσεθ Μεχίας», εισαγωγή Jose Ramon Irigoyen-Βαγγέλη Ροζακέα, μετάφραση Αργύρη Ευστρατιάδη, εκδ. Ηριδανός, Αθήνα, 2006


Δημοσιεύτηκε στην ομώνυμη στήλη, στο πολιτιστικό ένθετο, «Ηδύφωνο», της ελληνοκυπριακής εφημερίδας, «Η Σημερινή», την Κυριακή 21 Αυγούστου 2016, σελίδες 4-5.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου