Τετάρτη 14 Δεκεμβρίου 2016

Πολιτισμικοί Μετεωρίτες 40


Ο ποιητής Βάκης Λοϊζίδης


Η Κύπρος μετά το ’90
«Αγκίστρι… στη σύγχρονη ελληνική ποίηση της νήσου: Ο Βάκης Λοϊζίδης»

[Πολιτισμικοί Μετεωρίτες-Κωνσταντίνος Α. Ει. Παπαθανασίου]

Μία από τις χαρακτηριστικές ποιητικές φωνές του νησιού, και δραστήριος πνευματικός άνθρωπος (ναι, υπάρχουν και τέτοιοι στον τόπο μας), είναι ο πρώτος που τόλμησε να καταγράψει, χωρίς αποκλεισμούς, την ελληνική-κυπριακή ποίηση όπως αυτή «πρώτο-φανερώθηκε» τη δεκαετία του ενενήντα.


Κύριε Λοϊζίδη μιλήστε μας για την ιστορία της έκδοσης της ανθολογίας που επιμεληθήκατε για τις εκδόσεις Μανδραγόρας («Ανθολογία Σύγχρονης Κυπριακής Ποίησης: Η Κύπρος μετά το ’90», Αθήνα, 2011).   
Η συγκέντρωση του υλικού πραγματοποιήθηκε σταδιακά, και μέσα στα χρόνια, με καθαρά και μόνο το προσωπικό μου αισθητικό κριτήριο. Σε καθέναν/καθεμία από τους 13 ποιητές και τις 11 ποιήτριες που ανθολογούνται αφιερώνονται πέντε σελίδες. Δεν υπήρξε πρόθεση αποκλεισμού οποιουδήποτε ποιητή ή ποιήτριας που εμφανίστηκε μετά το ’90 και γεννήθηκε στα χρονικά όρια που καλύπτει η ανθολογία. Η διαμόρφωση του ποιητικού τοπίου στην Κύπρο μέσα από τη γραφή των νεότερων ποιητών βρίσκεται ακόμη σε εξέλιξη. Ποιητές/ποιήτριες που δεν κατόρθωσα να εντοπίσω ή που θα προκύψουν στο μέλλον θα συμπληρώσουν και δυνατόν να διανοίξουν νέες προοπτικές στην σύγχρονη κυπριακή ποίηση.
   Θέλησα να εξερευνήσω το ποιητικό τοπίο και μέσα από τα μονοπάτια του να διαπιστώσω τους προβληματισμούς και τη δυναμική του. Μελετώντας την ποίηση των συνομήλικων και νεότερών μου βρέθηκα σ’ ένα σύμπαν ανοιχτό, που συνομιλεί με την εποχή όπως εξελίσσεται σε μια παγκοσμιοποιημένη κοινωνία.
   Τέλος, θα ήθελα να προσθέσω πως, η επιχορήγηση του βιβλίου από το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού δεν ήταν εύκολη υπόθεση. Εξ όσων πληροφορήθηκα υπήρξε έντονα η άποψη ότι ήταν πρόωρο να ανθολογηθούν οι νέοι ποιητές.

Εμφανίζεστε στα Ελληνικά και, φυσικά, Κυπριακά Γράμματα το 1995, με τη συλλογή «Ποίηση και κολάζ». Έχοντας, πλέον, την εμπειρία της διαδρομής των 20 χρόνων, στο δύσκολο δρόμο της ποίησης, τι πιστεύετε πως έχετε αποκομίσει και προσφέρει στο αναγνωστικό κοινό αυτής της μορφής λόγου;
Το ταξίδι της γραφής και ιδιαίτερα της ποίησης είναι μοναχικό αλλά ταυτόχρονα μαγευτικό και αποκαλυπτικό, αν κι έχει ως προαπαιτούμενο τον πόνο. Χωρίς να πονέσεις δεν μπορείς να μιλήσεις ουσιαστικά. Όπως σημειώνει σ’ ένα δοκίμιό της η Ζέφη Δαράκη: «Η ποίηση κεντά τις αλήθειες όλων των πραγμάτων από την ανάποδη».
   Θεωρώ τον εαυτό μου τυχερό γιατί η κατάθεσή μου δεν έμεινε απαρατήρητη, κρίνοντας από τα κριτικά σημειώματα που έχουν δημοσιευτεί σε Κύπρο και Ελλάδα και τις ανθολογίες στις οποίες συμπεριλήφθηκαν ποιήματά μου.
   Τιμητικό για εμένα είναι και το γεγονός ότι ποιήματά μου περιλαμβάνονται στα σχολικά εγχειρίδια του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού για το Γυμνάσιο και κάθε χρόνο έρχομαι σε επαφή με τα παιδιά που διδάσκονται το ποίημά μου «Μικροαστοί».
   Αυτό που με ενδιαφέρει είναι η απλότητα και η αμεσότητα. Με ενοχλεί να γίνομαι κρυπτικός άνευ λόγου. Βέβαια, αυτό έχει να κάνει και με την ιδιοσυγκρασία του κάθε ποιητή.

Έχετε οργανώσει αρκετές εκδηλώσεις που αφορούν στην ποίηση. Πώς προσλάβατε την ανταπόκριση των ποιητών/ποιητριών που συμμετείχαν σ’ αυτές και πώς του κοινού που τις παρακολούθησε;
Από τις εκδηλώσεις που διοργάνωσα, πριν ακόμα αυτές αυξηθούν ανησυχητικά, ξεχωρίζω την εκδήλωση «Ποίηση και Κρίση» στο Δημοτικό Κέντρο Τεχνών Λευκωσίας, παράλληλα με την εικαστική έκθεση με το ίδιο θέμα στην οποία συμμετείχαν ποιητές από την Κύπρο και την Ελλάδα, και τον «Λογοτεχνικό Περίπατο» στην παλιά πόλη της Λευκωσίας. Οι εκδηλώσεις αυτές δεν μπορούν να λειτουργήσουν με μεγάλο κοινό. Πέρα από το καθεαυτό πρόγραμμα των εκδηλώσεων έχει σημασία και η επαφή μεταξύ των ποιητών μεταξύ τους και με το κοινό, και όλα όσα απρόοπτα συμβαίνουν κατά την πραγματοποίηση των εκδηλώσεων. Με ενδιαφέρει ιδιαίτερα ο τρόπος που συνομιλεί η ποιητική τέχνη με τις εικαστικές τέχνες όπως και οι αναγνώσεις σε δημόσιους χώρους. Με την ευκαιρία να σημειώσω ότι σύντομα θα κυκλοφορήσει ένα σημειωματάριο για τη σύγχρονη τέχνη με 30 περίπου ακαριαία ποιήματά μου μ’ αυτή τη θεματική.

Πέρσι εκδόθηκε στη Σουηδία η δίγλωσση (σουηδικά-ελληνικά) νέα ποιητική συλλογή σας «Göteborg», από τον εκδοτικό οίκο Oppenheim. Πέραν της σημαντικότητας του εκδοτικού γεγονότος, διακρίνω και μία παγιωμένη έως κατασταλαγμένη ευαισθησία στη γραφή σας –τόσο όσον αφορά στο προσωπικό όσο και στο συλλογικό βίωμα. Είναι έτσι;
Τα 18 ποιήματα της συλλογής γράφτηκαν τα τελευταία 10 χρόνια μέσα από βιώματα κατά τις επισκέψεις μου στην πόλη του Γέτεμποργκ, γενέτειρα πόλη της συζύγου μου. Η διαύγεια του βορινού φωτός, η δυναμική συνομιλία του με το σκοτάδι, ο τρόπος με τον οποίο οι τόποι συναντιούνται μέσα από την παρουσία και τα βιώματα των ανθρώπων που μετακινούνται αλλά και ο τρόπος που το παρελθόν της πόλης δίνει το παρόν του μέσα στην καθημερινότητά της αποτέλεσαν τις κύριες πηγές έμπνευσης.
   Στάθηκα τυχερός που ο μικρός εκδοτικός οίκος Oppenheim εξέδωσε το βιβλίο, και τις μεταφράσεις των ποιημάτων μου στα σουηδικά επιμελήθηκε ο καλός Σουηδός συγγραφέας και μεταφραστής Jan Henrik Swan, που έχει μεταφράσει και τη «Φόνισσα» του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, για τον ίδιο εκδοτικό οίκο.

Και μία τελευταία ερώτηση. Ποιους Κύπριους ποιητές/ποιήτριες ξεχωρίζετε και πιστεύετε ότι έχουν να προσφέρουν κάτι νέο έως αναζωογονητικό στην, κακά τα ψέματα, λιγάκι παραγκωνισμένη ποιητική παραγωγή του νησιού σε σχέση με τη μητροπολιτική Ελλάδα;
Για το μέγεθός της η Κύπρος έχει αξιόλογους ποιητές. Τα στοιχεία της εσωστρέφειας και της προσκόλλησής μας σε τοπικά θέματα, που έβρισκαν παλαιότερα ως προσχήματα για να απαξιώσουν την ποίηση που γράφεται στα ελληνικά στην Κύπρο, δεν τα συναντά κανείς πλέον.
   H κινητικότητα που παρατηρείται στην Ελλάδα -ιδιαίτερα στη νεότερη γενιά- με τη διοργάνωση πολλών εκδηλώσεων παρουσίασης βιβλίων, δημόσιων αναγνώσεων και τη δημοσίευση πληθώρας κριτικών από ομότεχνους δεν είμαι σίγουρος αν βοηθά επί της ουσίας την ποιητική τέχνη. Την ίδια πρακτική συναντούμε και στην Κύπρο -παρουσιάσεις, π.χ., του ίδιου βιβλίου σε κάθε πόλη με διαφορετικούς ομιλητές.
   Μια συλλογή που διάβασα πρόσφατα και μου άρεσε ιδιαίτερα είναι «Ο Κυρτός Αλατοπώλης» του Κυριάκου Ευθυμίου από τις εκδόσεις Εντευκτηρίου της Θεσσαλονίκης. Αυτό που με ανησυχεί είναι ότι παρόλο που οι νεότεροι ποιητές στην Κύπρο και την Ελλάδα προσέρχονται στην ποίηση με δυνατή λογοτεχνική σκευή και  πολλά διαβάσματα κάπου αυτό δούλεψε σε βάρος της απλότητας και της αμεσότητας.

Εργοβιογραφικά
Ο Βάκης Λοϊζίδης γεννήθηκε στη Λευκωσία το 1965. Σπούδασε οικονομικά στην Αθήνα, πραγματοποίησε μεταπτυχιακές σπουδές, με θέμα τον τουρισμό, στην Αγγλία και εργάζεται στον Κ.Ο.Τ.. Έχει εκδώσει τις ποιητικές συλλογές: «Ποίηση και κολάζ», Λευκωσία, 1995-«Χειροποίητα μηχανής», εκδ. Ωρίων, Λευκωσία, 1999-«Κινητά μνημεία», Λευκωσία, 2002-«Κλαράκι σπάζει», εκδ. Γαβριηλίδης, Αθήνα, 2005-«Σε ώρα αιχμής», εκδ. Γαβριηλίδης, Αθήνα, 2007-«Τα στοιχειώδη», εκδ. Γαβριηλίδης, Αθήνα, 2009-«Ο άγγελος και ο γλύπτης», εκδ. Μανδραγόρας, Αθήνα, 2011-«Göteborg», Oppenheim förlag, Landvetter, 2014 (δίγλωσση έκδοση, σουηδικά-ελληνικά, μτφρ. Sonja Tamme –επιμ. Jan Henrik Swan).


Δημοσιεύτηκε στην ομώνυμη στήλη, στο πολιτιστικό ένθετο, «Ηδύφωνο», της ελληνοκυπριακής εφημερίδας, «Η Σημερινή», την Κυριακή 6 Δεκεμβρίου 2015, σ. 4.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου