Αλληγορίες ενός λιμανιού που
δεν υπήρξε
11ος
Οίκος Ενοχής
~
η Λευκωσία σε μαύρο &
κόκκινο φόντο
Τα κομψευόμενα έως
καταξιωμένα αποβράσματα του δικοινοτικού συρμού ή αχταρμά φωτογραφιζόντουσαν με
μια τεράστια επιταγή υπογεγραμμένη από έναν μισητό αγγλοσαξονικό τίτλο
ευγενείας. Κάποιες σημαίες
σημαιοστολισμένες το σημαιοστολισμό κυμάτιζαν •έστω και ξεφτισμένες από την
οργή του Αιόλου. Άλλες -μεταλλικές κι αμετακίνητες- στην κορυφή του ιστού
έπαιζαν ατάραχες Stratego. Οι αχιβάδες του Επαμεινώνδα κατοικούσαν στα
μανιτάρια, εισχωρώντας αστραπιαία τον ίλιγγο κι άγνωστο πόλεμο αρχέτυπων
αστερισμών. Ο ταγματάρχης ποιητής αιχμαλώτιζε στη χλαίνη τα ψίχουλα της
κουραμάνας, απεγκλώβιζε στην παλαιά ξιφολόγχη τα δόντια … το σκορβούτο, κι
εκκινούσε με το επόμενο ύψωμα να φλέγεται στις νευρικές διακλαδώσεις του
σωματότροπου ύφους. Ένα καλό πρωί, οι
τωρινοί αόμματοι βλάκες, βρέθηκαν επαναστατημένοι, χωρίς να γνωρίζουν το πως
και το τι και το γιατί, χωρίς να ξέρουν τι θέλανε και τι γυρεύανε και πού
πηγαίνανε. Και την επανάσταση αυτή την αισθανόντουσαν, την επικαλούνταν, την
ποθούσαν •είχαν αρχίσει από καιρό να την ονομάζουν, να την γράφουν, να τη
συνηθίζουν, να την περιμένουν ως τη μόνη σωτηρία τους: για να τους γλιτώσει από
τους ανήθικους λαβύρινθους και από τους τραγέλαφους –για να τους γλιτώσει από
τον εαυτό τους. Κι αυτή η επανάσταση, όπως και οποιαδήποτε άλλη μεταβολή, με τα
μυαλά που είχαν και με τους ανθρώπους που έβαζαν στο σβέρκο τους, τους
εξαπάτησε και τους βύθισε χειρότερα, σε χειρότερους τραγέλαφους κι ερέβη. Τους
αποτέλειωσε, υποσχόμενη να τους διορθώσει –όπως η κάθε μεταβολή που κάνανε–,
και τους αποκοίμισε, για να εγερθούν ύστερα από λίγα χρόνια κάθετοι, από το νέο
τους εκείνο ύπνο… και αντικρίσανε τέλος με πεταγμένα μάτια εμπρός τους, τον
πραγματικό χάροντα και σκοπό της φυλής των Ελλήνων. Η ακρόπολη λόφος του
Αγίου Γεωργίου είχε σχεδιαστεί ν’ ανοικοδομηθεί ή βιαστεί απ’ ένα νεότευκτο
μπορντέλο τυχάρπαστων αντιπροσώπων. Από τους αφανείς υπόνομους της έσχατης
ράτσας μέχρι την ασυγκράτητη διάβρωση των επιφανειακών συνειδήσεων, η παγκόσμια
ανοησία έβρισκε χωράφι να πολλαπλασιάσει τους μονοκύτταρους παθογόνους οργανισμούς
της. Κεραίες επί δορυφορικών συνδέσεων, σημαίες επί σχιζοφρενικών εγκλημάτων:
μία άτσαλα δομημένη ανατολίτικη κακία εισχωρούσε στη δυτικότροπη απάτη των
χυδαίων συναλλακτικών πρακτικών. Ως ήταν ορκισμένο κι ορισμένο απ’ την αόρατη
αρχή (π’ ονοματίστηκε, εκ νέου, εταιρεία φιλική), οι κλειδαριές αφανίστηκαν μια
μέρα μεσημέρι. Ένας ατάλαντος στιχοπλόκος αποκάλυψε το βραχυκυκλωματικό λόγο,
κατάργησε τις κλειδαρότρυπες, καταβρόχθισε τον ηδονοβλεψία κι αναίρεσε τα
κλειδιά. Τότε, το αντικλείδι προσφώνησε την ουτοπία των κωδικοποιημένων
αυτουργών. Στο μεταξύ, οι οξειδωμένοι τενεκέδες καπηλεύονταν σε
φιλανθρωποφαγικά απογεύματα την άγρια βλάστηση, αιδοία πιράνχας εμφάνιζαν τη
γυναίκα και κίναιδοι πέη κονιορτοποιούσαν τον άνδρα. Το ερμαφρόδιτο λιμοκτονούσε,
ορίζοντας τη σφαγή του ουδέτερου γένους επίστρεψε ουρλιάζοντας την καινούργια
αναμέτρηση. Το αποτύπωμα της σκόνης στο ξύλο έδειχνε τη θέση των αντικειμένων
•το φλαμίνγκο, η νυχτερίδα, το περιστέρι, το κοράκι, το κουνούπι, η πεταλούδα
κι ο χαμαιλέοντας οδηγούσαν τη στρατιά
του Αρχιλόχου. Ο ήλιος είχε καρφωθεί το στερέωμα. Οι ανέτοιμες ανέντιμες
εφεδρείες είχαν περιοριστεί στα καταφύγια της πολιτικής προστασίας
συνουσιαζόμενες και χαρτοπαίζοντας το αλκοολούχο σκότος όπου, δεκαετίες τώρα,
συμμαχούσαν. Το οτιδήποτε ναρκοθετούσε τους μηχανισμούς της σύγχυσης κι ένα
καράβι όργωνε με την καρίνα του ψυχές: διαβάζοντας ορθόδοξα ερμήνευε χαοτικά
την αντί εισβολή των εμπροσθοφυλακών και την προέλαση της φυσικής αποστασίας
–στο ελεύθερο έμβολο σύμβολο κι ενωτικό καθεστώς της βορειοδυτικής στερεάς
ενδοχώρας– των ατρόμητων οπισθοφυλακών ταγμάτων.
Δημοσιεύτηκε στην ομώνυμη στήλη, στο διαδικτυακό
φύλλο επιλεγμένης λογοτεχνίας «Φτερά Χήνας» (www.fteraxinasmag.wordpress.com),
05.11.2017.
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου