Ἡ ἐλευθερία ἒχει δύο κοφτερές ὂψεις, ὃπως τά παλιά ξυραφάκια~Ὀδυσσέας Ἐλύτης
Τρίτη 31 Οκτωβρίου 2017
Δευτέρα 30 Οκτωβρίου 2017
Κείμενα μιας ψύχραιμης οργής 13
Ο
λεσσεψιανός μετανάστης, τοξικός ιχθύς, Lagocephalus sceleratus
#13
Κείμενα
μιας ψύχραιμης οργής
Ο
διασπαστικός εμπαιγμός των ημιμαθών αστών ή φελλών
Σε καθηλώνουν για να σε
αποκαθηλώσουν και σε λερό σάβανο φασκιώσουν. Με μία άδικη αιτία, πάντα, σ’ αποφεύγουν
χαχανίζοντας ή γκαρίζοντας. Δικαιολογούνται ξεστομίζοντας τη δύσθυμη απολογία
της δυσγενεσίας τους. Βλαχαδερά ολκής, κάκιστης πάστας προϊόντα, τενεκέδες
ξεγάνωτοι. Βασανίζουν τις λέξεις στο κρεματόριο της χαοτικής γραφής μιας νεκρής
φωνής που δεν άκουσαν ποτέ τη νότα, το φθόγγο ή το γράμμα της. Να πατήσουμε πάνω στην Ψυχολογία, στην
Πολιτική, στην Κοινωνιολογία, ηλιοκαμένοι μ’ ένα σκέτο άσπρο πουκάμισο.,
(Οδυσσέας Ελύτης, «Τα Ετεροθαλή-Villa Natacha II», εκδ. Ίκαρος, Αθήνα, 1980, σ.
47).
Ο διασπαστικός εμπαιγμός των ημιμαθών αστών ή
φελλών κυριαρχεί στο νησί του χαλουμιού. Η ύποπτη τάση και ανοησία
αποκρυπτογράφησης ενός κρυπτογραφημένου μουσικού-ποιητικού μηνύματος
συμπαντικών δημιουργών εγκαθιδρύει το κρατίδιο εξυπηρετήσεων και υπηρεσιών της
δυστοπίας με τ’ όνομα Κύπρος. Τα προκεχωρημένα ηχοτοπία και οι ποιητικές
εγχαράξεις, όταν συμβαίνει να συναντηθούν, προτάσσουν το καινό στην ατραπό του
παρελθόντος και του παρόντος καταγεγραμμένου άχρονου. Η ορατή απουσία ή αόρατη
παρουσία του ανθρώπινου σχήματος -αδιαφορώντας για την κακομεταχείριση
καταθέσεων μελλοντικής πρόληψης ή ώσμωσης από αναίσχυντους έως άτιμους
κατασκοπευτικούς πνευματικούς κούσπους- δεν έχει ανάγκη θεούς, που τη λατρεία
τους προσκυνάτε στο σκοτάδι, και λεξικά γραφιάδων παραχαρακτών.
Εδράζομαι στη Μεσόγειο Θάλασσα: Οικίζοντας σε γη που από νερό αρμυρό
περιδίνεται, (Κώστας Ρεούσης, «Ένα Τσεκούρι κάθεται», εκδ. Φαρφουλάς,
Αθήνα, 2015, σ. 55). Ο T. S. Eliot είναι σύμμαχος του οφτού κλέφτικου, όλων
όσοι διατηρούν την αποικία μέσα τους κι εξακολουθητικά μεταδίδουν, με το
αζημίωτο, συγκεχυμένες πληροφορίες στις δυνάμεις μιας φανερής υπηρεσίας.
Συμμαχώ με το αμφιλεγόμενο, αντικαθιστώντας -έτσι,
γιατί μου κάνει κέφι κι αυθαίρετα, ΣΑΦΩΣ (όπου σίγμα: σιωπή, σιγή ή σιγαστήρας,
όπου άλφα: επιφώνημα αγγέλλοντας φως)- τη μεξικανική διανόηση με την κυπριακή
και τη δικτατορία του Δίας μ’ αυτήν του Μούσκου: Incurriría en una grosera simplificación quien afirmase que la cultura
mexicana es un reflejo de los cambios históricos operados por el movimiento
revolucionario. Más exacto sera decir que esos
cambios, tanto como la cultura mexicana, expresan de alguna manera las
tentativas y tendencias, a veces contradictatorias, de la nación -esto es, de
esa parte de México que ha asumido la responsabilidad y el goce de la
mexicanidad-. En ese sentido sí se puede decir que la historia de nuestra
cultura no es muy diversa a la de nuestro pueblo, aunque esta relación no sea
siempre estricta. Y no es estricta ni fatal porque muchas veces la cultura se
adelanta a la historia y la profetiza. O deja de expresarla y la traiciona,
según se observa en ciertos momentos de la dictadura de Díaz. Por otra parte,
la poesía, en virtud de su misma naturaleza y de la naturaleza de su
instrumento, las palabras, tiende siempre a la abolición de la historia, no
porque la desdeñe sino porque la trasciende. Reducir la poesía a sus significados
históricos sería tanto como reducir las palabras del poeta a sus connotaciones
lógicas o gramaticales. La poesía se escapa de historia y lenguaje aunque ambos
sean su necesario alimento., (Octavio Paz, La “inteligencia” mexicana, «El laberinto de la
soledad», 1950).
Είναι στα πρόσωπα μιας παρωδίας που εκτοξεύομαι: Sucia ciudad
orgullosa de sus vísceras estropeada de la mujer pubis que se agostó los
humores de quién pedirás salvaje el vástago retrocede para que dentro de él
saludes al viento nerviosamente dejando letras palabras incoherentes
esquizofrénicos asesinos se encuentran con poetas esquizofrénicos en los
santuarios de un burdel quirófano de una gran puta que es de repente su madre
que lleva puesta ropa vieja de otra fiesta oliendo a libertinaje sangre de un
cerdo inmolado podredumbre de una muela del juicio en el funeral del dulce
dentista terapeuta todos los gritos que vienen a continuación traen la
mandrágora que queda por saborear un nervioso coplero un poco antes del
suicidio de su edad de repente mortal el verano brinca hacia el poema y
resollando se despierta mujeres que pasan señalan correctamente hacienda saltar
por los aires el objetivo en el centro círculo en con círculo la cola del
veraneante., (Costas Reúsis, «La irrealidad submarina», 1993-2015,
antología bilingüe, traducción de Mario
Domínguez Parra, ediciones de La Isla de Siltolá, Sevilla (España), colección
Siltolá Poesía, nº 40, Mayo 2017, p. 97).
-Στους ελληνικούς αρχαίους βασιλικούς όρχεις μου
φακελώνω τα λυρικά, αφηγηματικά και άλλα εμετικά σ (τοι) χήματά σας: Κύπριοι
ποιητές (που είστε/πού είστε;), Έλλην Αλάσιος ή αλασιωτικός/ισοπεδωτικός (που
είμαι/πού είμαι;) ποιητής και -δυστυχώς ή ευτυχώς- δεν πράττουμε την ίδια εργασία ή γλώσσα
ελληνική.
Χώρα (Παλιό Λιμάνι), Οκτώβριος 2017
Σημείωση
Ο Έλλην, ακόμη και ο ελληνόφωνος, αναγνώστης μπορεί να συναντήσει τα δύο
ισπανικά αποσπάσματα του κειμένου, μεταφρασμένα, στα εξής βιβλία: α) Οκτάβιο
Πας, «Ο λαβύρινθος της μοναξιάς», μτφρ. Ντιάνα Μπόμπολου, επίμετρο Βίκτωρ
Ιβάνοβιτς, «Η μεξικανική “διανόηση”», δεύτερη έκδοση διορθωμένη, εκδόσεις Αλεξάνδρεια,
Αθήνα, Δεκέμβριος 1995 (πρώτη έκδοση), σσ. 203-204, και β) Κώστας Ρεούσης, «Ο
κρατήρας του γέλιου μου», «Τα πρόσωπα μιας παρωδίας», πρώτη έκδοση με
παροράματα, εκδόσεις Φαρφουλάς, Αθήνα, Οκτώβριος 2009, σ. 57.
Δημοσιεύτηκε στη διαδικτυακή
επιθεώρηση ποιητικής τέχνης «Ποιείν» (www.poiein.gr), στη στήλη «Τα Επίκαιρα»,
στις 28 Οκτωβρίου 2017, με παροράματα.
|
Κυριακή 29 Οκτωβρίου 2017
Κριτικές 12
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)